- οφθαλμαπάτη
- Φαινόμενο κατά το οποίο η οπτική αίσθηση δημιουργεί, υπό ορισμένες συνθήκες, μια εσφαλμένη αντίληψη για τις διαστάσεις, το σχήμα ή τα χρώματα εικόνων και αντικειμένων.
Η πιο συνηθισμένη ο. είναι η προοπτική, κατά την οποία από μία δισδιάστατη εικόνα (για παράδειγμα, ένα σχέδιο) είναι δυνατό να σχηματιστεί η εντύπωση του βάθους. Η ο. αυτή δημιουργείται επειδή στην πραγματικότητα τα πιο μακρινά αντικείμενα φαίνονται μικρότερα και επομένως η σμίκρυνση ενός αντικείμενου με κατάλληλες αναλογίες προκαλεί την αίσθηση της απόστασης.
Σε πολλές περιπτώσεις, η δημιουργία ειδικών συνθηκών αλλοιώνει την κανονική πορεία λειτουργίας των αισθητήριων οργάνων και δημιουργεί έτσι το φαινόμενο της οφθαλμαπάτης. Αν, για παράδειγμα, ένα άσπρο τετράγωνο τοποθετηθεί στο κέντρο ενός πολύ μεγαλύτερου τετράγωνου σκούρου χρώματος, και μετά το ίδιο τετράγωνο τοποθετηθεί σε ένα πλαίσιο απλώς του ίδιου χρώματος, το ίδιο αυτό τετράγωνο στην πρώτη θέση φαίνεται μικρότερο παρά στη δεύτερη. Η ερμηνεία του φαινόμενου συνίσταται στη διαπίστωση ότι στο είδωλο της εικόνας που σχηματίζει το μάτι πάνω στον αμφιβληστροειδή, το εξωτερικό σκούρο τετράγωνο, στην πρώτη περίπτωση, σκοτεινιάζει το περίβλημα του εσωτερικού άσπρου τετράγωνου το οποίο φαίνεται έτσι μικρότερο. Ανάλογα φαινόμενα με το προηγούμενο παρατηρούνται και υπό πολλές άλλες συνθήκες, ακόμα και με εικόνες ποικιλόχρωμες. Στην τελευταία αυτή περίπτωση είναι δυνατόν να παρατηρηθούν ο. που αλλοιώνουν τον τόνο των διαφόρων χρωμάτων.
* * *ηη κατάσταση κατά την οποία βλέπει κάποιος πράγματι ανύπαρκτα ή διαφορετικά από τα υπάρχοντα.[ΕΤΥΜΟΛ. < οφθαλμός + απάτη. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στον Αρ. Προβελέγιο].
Dictionary of Greek. 2013.